του Ιωάννη
Καραβιδόπουλου,
Ομότ.Καθηγητή
της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.,
για το
Amen.gr
Τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα
τῆς Κυριακῆς, ἀπό τήν Β΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή τοῦ Ἀπ. Παύλου, εἶναι σέ
νεοελληνική μετάφραση τό ἀκόλουθο:
«Ἀδελφοί,
μπορεῖ νά ὑπάρχουν στόν ἴδιο τόπο ὁ ναός τοῦ Θεοῦ καί ὁ ναός τῶν εἰδώλων; Ἐσεῖς εἶστε ναός τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε: Θά
κατοικήσω ἀνάμεσά τους καί θά πορεύομαι μαζί τους.
Θά εἶμαι Θεός τους, κι αὐτοί θά εἶναι λαός μου. Γι' αὐτό λέει ὁ Κύριος: Φύγετε μακριά ἀπ' αὐτούς καί ξεχωρίστε. Μήν ἀγγίζετε ἀκάθαρτο
πράγμα, κι ἐγώ θά σᾶς δεχτῶ. Θά εἶμαι γιά σᾶς ὁ Πατέρας, κι ἐσεῖς θά εἶστε γιοί
καί θυγατέρες μου, λέει ἀκόμα ὁ παντοκράτορας Κύριος. Ἀφοῦ λοιπόν, ἀγαπητοί
μου, ἔχουμε αὐτές τίς ὑποσχέσεις,
ἄς καθαρίσουμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό καθετί πού μολύνει τό σῶμα καί τήν ψυχή. Ἄς ζήσουμε μία ἅγια ζωή μέ φόβο Θεοῦ» (Β΄ Κορ. 6,16-17,1).
Τά λόγια αὐτά ἀπευθύνονται στούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου, γιά τούς ὁποίους ἡ χριστιανική ἰδιότητα
συνοδευόταν ἀπό ὁρισμένες βασικές θυσίες μέσα στήν κοινωνία τῆς ἐποχῆς. Δέν ἦταν π.χ. αὐτονόητο ὅτι μποροῦσε κανείς νά ἀσπασθεῖ τόν Χριστιανισμό καί παράλληλα νά ἐξακολουθεῖ νά μετέχει στήν κοινωνική ζωή τῆς πόλης του, ἤ νά
προάγεται ἐπαγγελματικά, χωρίς ἡ χριστιανική ἰδιότητά του νά τοῦ στέκεται ἐμπόδιο. Ἔπειτα, ὑπῆρχαν καί τά λεγόμενα «εἰδωλόθυτα», ὑπολείμματα δηλαδή κρεάτων ἀπό ζῶα θυσιασμένα στούς εἰδωλολατρικούς
θεούς πού προσφερόταν σέ συνεστίαση. Ἦταν δυνατό νά λάβει μέρος ὁ χριστιανός σέ μία τέτοια ἐκδήλωση; Ἀλλά καί ἦταν εὔκολο νά ἀρνηθεῖ τή συμμετοχή του στούς συγγενεῖς ἤ φίλους ποὺ τόν καλοῦσαν; Κι ἄν ὁ προσκαλῶν ἦταν ὁ ἐργοδότης του, ἦταν τόσο αὐτονόητο γιά τόν νέο χριστιανό νά ἀρνηθεῖ θέτοντας σέ κίνδυνο τή θέση του; Τό πρόβλημα σέ μᾶς σήμερα φαίνεται λιγότερο ὀξύ, τότε ὅμως ἦταν ἕνα καυτό ὑπαρξιακό
καί πρακτικό πρόβλημα.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Παύλου εἶναι αὐστηρή: Ὅπως τό φῶς δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τό σκοτάδι, ἔτσι καί ὁ
χριστιανικός Θεός δέν ἔχει μέ τά
εἴδωλα. Ἡ ἀλήθεια δέν μπορεῖ νά συνυπάρχει μέ τό ψέμα. Ἐκείνη ὁδηγεῖ στή ζωή, αὐτό στόν θάνατο. Τά ἀσυμβίβαστα δέν συνταιριάζονται παρά μέ
ζημία πάντοτε γιά τίς συνειδήσεις. Καί ὅμως πολλές φορές, ἰδίως
σήμερα, φιμώνεται ἡ βαθύτερη
διαμαρτυρία τῆς
συνειδήσεως, κι ὁ
συμβιβασμός γίνεται αὐτονόητη
πραγματικότητα γιά τήν ὁποία
κανείς δέν ἀνησυχεῖ. Θυσιάζονται ἰδανικά
καί ἰδεολογίες γιά τήν ἐπίτευξη οἰκονομικῆς καί ἐπαγγελματικῆς ἀνόδου, γιά τήν ἐξασφάλιση
μιᾶς κοινωνικῆς θέσης, γιά τήν τακτοποίηση γενικά
μέσα στή ζωή. Ὅσο κι ἄν δέν εἶναι ἀρεστό νά τό ὁμολογοῦμε, ὁ συμβιβασμός μέ τίς διάφορες
καταστάσεις τῆς ζωῆς παρατηρεῖται σέ μεγάλη κλίμακα, πολλές φορές
μάλιστα εἶναι καί ἀναπόφευκτος. Κι ἄς μή
νομίσει κανείς ὅτι αὐτό γίνεται πάντοτε συνειδητά καί
σχεδιασμένα. Μπορεῖ νά
παρεκκλίνει κανείς σέ μία γεμάτη συμβιβασμούς συμπεριφορά χωρίς νά τό
καταλάβει, ἀνεπαίσθητα, μέ εὐσεβῆ καμιά φορὰ
προσχήματα. Ἡ συνήθεια στόν χριστιανισμό ὑπάρχει κίνδυνος νά μεταφέρει τόν
χριστιανό ἀπό τήν οὐσία στόν τύπο, ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἀγάπης στό γράμμα τοῦ Νόμου. Πάνω ὅμως ἀπό τή συνήθεια βρίσκεται ἡ συνειδητή συμπεριφορά, ἡ ὁλοκληρωτική προσκόλληση στόν Θεό μακριά
ἀπό συμβιβασμούς καί ψεύτικη ἱκανοποίηση τῆς συνειδήσεως, μακριά ἀπό προσκόλληση σέ εἴδωλα.
Τό μήνυμα τοῦ Παύλου πρός τούς Κορινθίους ἀποτελεῖ μία ἀφυπνιστική φωνή πρός τόν χριστιανό κάθε
ἐποχῆς, φωνή ἐναντίον
τοῦ εὔκολου συμβιβασμοῦ, τῆς «δίψυχης» συμπεριφορᾶς, τῆς ἀπαράδεκτης προσαρμοστικότητας. Ὁ πιστός δέν ζεῖ βέβαια ἐκτός τόπου καί χρόνου, καί δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀνεπηρέαστος ἀπό τίς ἑλκυστικές δυνάμεις τῆς ζωῆς. Ὡς ναός ὅμως τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ δέν πρέπει νά ἐπιτρέψει
στόν ἑαυτό του τή φθορά καί τή συμμετοχή του
σέ ναούς εἰδώλων. Ἡ ζωή του εἶναι μία
πάλη σκληρή καί συνεχής, ἕνας ἀγώνας ἐναντίον τῶν ἀντιθέτων πρός τά ἰδανικά τοῦ δυνάμεων. Ἀλλά
συγχρόνως καί ἀγώνας ἐναντίον τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ του, πού χωρίς νά τό καταλάβει, μέ εὔλογες δικαιολογίες καί μέ φαινομενικά ὀρθές καί λογικές ἐνέργειες
προσαρμόζει τόν Χριστιανισμό στά μέτρα του, δημιουργώντας μία ἐπιφανειακή ἱκανοποίηση τῆς συνειδήσεώς του. Ἡ ἀφυπνιστική φωνή τοῦ Παύλου
συνίσταται στό ξεσκέπασμα τοῦ ἑαυτοῦ μας, στήν τοποθέτησή του μπροστά στήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ ὁποία μέ κανένα τρόπο δέν μπορεῖ νά συνυπάρχει μέ τό ψέμα τῆς κοινωνικῆς
συμβατικότητας, μέ τήν ὑποκρισία
καί τόν συμβιβασμό. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὀδυνηρή, ἀλλά ἀπό τήν ὀδύνη γεννιέται ἡ ζωή, ἡ ζωή πού δέν χαρακτηρίζεται ἀπό τόν φόβο τοῦ βιολογικοῦ τερματισμοῦ της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου