Από τον καθηγητή Αριστείδη Πανώτη,
Μ.Ιερομνήμονα, ιστορικό-συγγραφέα
στο Amen.gr
Αφιέρωμα στα ονομαστήρια του νέου Αποκρισαρίου του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Αθήνα, Μητροπολίτη Αδριανουπόλεως Αμφιλοχίου
Με την πρόνοια και την απόφανση του Παναγιωτάτου Πατριάρχου μας κ. Βαρθολομαίου και της περί Αυτόν Aγίας και Ιεράς Συνόδου επανασυνεστήθη πρόσφατα η αρχαία διακονία της Εκκλησίας του Αποκρισαρίου ή Αποκρισιαρίου για τη σύσφιξη των σχέσεων του σεπτού Οικουμενικού Θρόνου με την έντιμη Ελληνική Πολιτεία με σκοπό την διμερή επίλυση των κατά καιρούς εκκλησιαστικών προβλημάτων. Στην αρχαιότητα το λειτούργημα αυτό διεξάγονταν επίσημα από διαπιστευμένα πρόσωπα μεταξύ του διοικητικού κέντρου της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και των επαρχιών της, απ' όπου διαβιβάζονταν οι εντολές του και για να επιστρέφουν τα αιτήματα της περιφέρειας προς την κεντρική εξουσία και έτσι με το διάλογο να προάγονται οι ομαλές σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών και να προστατεύεται η ομόνοια και η ειρήνη.
Η «διαπίστευση» αυτή ειδικών απεσταλμένων κρίθηκε αναγκαία και από τα αρχαία αποστολικά κέντρα της Εκκλησίας των μεγαλουπόλεων της Ρώμης, της Αλεξάνδρειας και της Αντιόχειας, ώστε αυτά να συντηρούν μεταξύ τους αδελφικές και αρμονικές διεκκλησιαστικές σχέσεις. Όταν ο Μ. Κωνσταντίνος κατέστη μονοκράτορας και μετέφερε το διοικητικό κέντρο της Αυτοκρατορίας από τη Παλαιά Ρώμη στη Νέα Ρώμη, χρειάστηκε και η Εκκλησία τέτοιο αξίωμα «μεσολαβητή» για την επικοινωνία του νέου αυτού θεσμικού κέντρου της Κωνσταντινουπόλεως μετά των άλλων αποστολικών κέντρων της τότε Οικουμένης. Στα τέλη του 4ου αιώνα συνοψίζεται πλέον στη Νέα Ρώμη η αποστολική κληρονομιά από τη Θράκη και τον Πόντο με εκείνη της Εφέσου και της Καππαδοκίας και αναγορεύεται συνοδικά σε δευτερόθρονο Πατριαρχείο στην εσχατιά τότε της Ευρώπης και είναι τόσο ταχεία η εξέλιξή του που σε λίγα χρόνια ανυψώνεται πάλι συνοδικά σε «ισότιμη και ισόκυρη θεσμική πηγή» της Μίας Εκκλησίας με το πρωτόθρονο Πατριαρχείο της Πρεσβυτέρας Ρώμης (451). Εξ αυτού, και το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως απέκτησε ιδιάζουσα σημασία για τη διεκπεραίωση όλων των εκκλησιαστικών ζητημάτων από Αποκρισαρίους (Δελεγάτους) που ήταν οι «οφθαλμοί» της θεσμικής Καθέδρας τους. Η προσφορά των Αποκρισαρίων κωδικοποιείται στα χρόνια του Ιουστινιανού (535) και των διαδόχων του, όπως φαίνεται από τα συνοδικά πρακτικά και έγγραφα που σχολίασε η διεθνής βιβλιογραφία, η οποία και ανέδειξε σπουδαίες προσωπικότητες στη ζωή της Εκκλησίας. Όσοι χρημάτισαν Αποκρισάριοι, απέκτησαν τόσο πολύτιμες γνώσεις και κανονικές εμπειρίες από τα πρόσωπα που συναναστράφηκαν και τα γεγονότα που έζησαν, ώστε η παρακαταθήκη τους αυτή να βοήθησε στην εξέλιξή τους μέσα στην Εκκλησία. Παράδειγμα οι δύο πρώην Αποκρισάριοι: ο ένας εκ της Παλαιάς Ρώμης που στάλθηκε στη Νέα Ρώμη και αναδείχθηκε μεγάλος πάπας, ο Γρηγόριος ο Διάλογος και ο Αλεξανδρινός διάκονος Ανατόλιος που αναγορεύθηκε Οικουμενικός Πατριάρχης. Στη θετική συμβολή των Αποκρισαρίων οφείλεται και η άρση πολλών παρεξηγήσεων μεταξύ των Θρόνων της Δύσεως και της Ανατολήςστο διάστημα από τον Ε΄ μέχρι τον Η΄ αιώνα. Σ' αυτούς οφείλεται και η βυζαντινή επιρροή στη Καθέδρα της Ρώμης επί των ελληνογενών Παπών μέχρι τον τελευταίο πάπα Ζαχαρία (701-752) που πρόσφατα μελέτησε ο Ανδρέας Οικονόμου.
Διαβάστε τη συνέχεια στο AMEN.GR
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου