Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

Αλέξανδρος Σμέμαν: Το Νέο Έτος


+ Πρωτοπρεσβυτέρου Αλεξάνδρου Σμέμαν

Εναι παλι τ θιµο: τν παραµον το Νέου τους, ταν τ ρολόι κτυπήσει µεσάνυχτα, σκεφτόµαστε τς πιθυµίες µας γι τ νέο τος κα προσπαθοµε ν εσέλθουµε στ γνωστο µέλλον µ’ να νειρο, προσδοκώντας ταυτόχρονα τν κπλήρωση κάποιας γαπητς µας πιθυµίας.

Σήµερα, γι λλη µι φορ βρισκόµαστε µπροστ σ’ να νέο τος. Τί πιθυµοµε γι τος διους, γι τος λλους, γι τν καθένα; Ποι εναι τ τέλος λων µας τν λπίδων; πάντηση εναι µονίµως δια αώνια λέξη: ετυχία. Ετυχς τ Νέο τος! Ετυχία γι τ Νέο τος! διαίτερη ετυχία πο πιθυµοµε εναι φυσικ διαφορετικ κα προσωπικ γι τν καθένα, λλ λοι µας µετέχουµε στν κοιν πίστη πς ατ τ τος ετυχία θ µς πλησιάσει, πς µποροµε ν λπίσουµε σ’ ατ µ προσδοκία.

Πότε µως εναι κάποιος ληθιν ετυχισµένος; Μετ π αἰῶνες µπειρίας κα γνώσης σχετικ µ τν νθρωπο, δν µποροµε πλέον ν ξισώσουµε τν ετυχία µ ποιοδήποτε ξωτερικ γνώρισµα, π.χ. χρήµατα, γεία, πιτυχία κλπ. Γνωρίζουµε πς τίποτε π’ λα ατ δν νταποκρίνεται πλήρως σ’ ατ τ µυστηριώδη κα πάντοτε φευγαλέα ννοια τς ετυχίας. Εναι σαφς πς φυσικ νεση φέρνει ετυχία, λλ κα γχος. πιτυχία φέρνει ετυχία, λλ κα φόβο. Εναι κπληκτικ πς σο περισσότερη ξωτερικ ετυχία διαθέτουµε, τόσο περισσότερο εθραυστη γίνεται κα πι τίθασος φόβος πς θ τ χάσουµε κα θ µείνουµε µ δεια χέρια. Πιθανς ατς εναι κα λόγος πο εχόµαστε νας στν λλο «µία νέα ετυχία» γι τ Νέο τος. «παλι» ετυχία ποτ δν πραγµατοποιήθηκε, κάτι πάντοτε λειπε. Τώρα µως τενίζουµε ξαν µπροστ µας µ µία εχή, να νειρο, µία λπίδα...

Χριστ κα Παναγία! Τ εαγγέλιο πρν π πάρα πολ καιρ εχε καταγράψει τν στορία νς νθρώπου πο πλούτισε, κτισε καινούριες ποθκες γι ν ποθηκεύσει τ γαθά του, κα ποφάσισε πς πλέον εχε λα τ ναγκαα πο γγυντο τν ετυχία του! Εχε νεση κα µέσα. κείνη µως τ νύχτα κουσε: «φρων, ταύτη τ νυκτ τν ψυχήν σου παιτοσιν πό σου, δ τοίµασας τίνι σται;» (Λουκ. 12, 20).

σταδιακ συνειδητοποίηση τι τίποτε δν µπορε ν κρατηθε, πς µπροστ µας βρίσκεται ναπόφευκτος θάνατος κα φθορά, εναι τ δηλητήριο πο δηλητηριάζει τ µικρ κα περιορισµένη ετυχία πο διαθέτουµε. Ατς εναι σίγουρα κα λόγος γι τ συνήθεια πο χουµε ν κάνουµε τέτοιο σαµατ κα θόρυβο, φωνάζοντας κα γελώντας, καθς τ ρολόι κτυπάει δώδεκα τν παραµον το Νέου τους. Φοβούµαστε ν µείνουµε µόνοι κα σιωπηλοί, καθς τ ρολόι κτυπάει σν τν νελέητη φων τς µοίρας: πρτο κτύπηµα, δεύτερο, τρίτο κα συνεχίζει, τόσο δυσώπητα, µοιόµορφα, τόσο τροµακτικ µέχρι τέλους. Τίποτε δν µπορε ν τ λλάξει, τίποτε ν τ σταµατήσει.

τσι χουµε δύο πολ βαθες κα κατάλυτους ξονες τς νθρώπινης συνείδησης: φόβος κα ετυχία, φιάλτης κα νειρο. καινούρια ετυχία πο νειρευόµαστε τν παραµον το Νέου τους θ µπορέσει τελικ ν ρεµήσει, ν σκορπίσει κα ν κατανικήσει τ φόβο; νειρευόµαστε µι ετυχία στν ποία ν µν παραµονεύει φόβος βαθι µέσα της, νας φόβος π τν ποο προσπαθοµε πάντοτε ν προφυλαχθοµε, πίνοντας, µ τ ν εµαστε συνεχς πασχοληµένοι, περιβαλλόµενοι π θόρυβο. σιγ µως ατο το φόβου εναι σχυρότερη π κάθε λλο θόρυβο. «φρων»! Μάλιστα, τ θάνατο νειρο τς ετυχίας εναι κ φύσεως νόητο σ’ ναν κόσµο µολυσµένο π φόβο κα τ θάνατο.

κόµη κα στς νώτερες στιγµς το νθρώπινου πολιτισµο, ο νθρωποι τ γνωρίζουν καλά. Μποροµε ν νιώσουµε τ θλίψη κα τ θλιβερ λήθεια πίσω π τ λόγια το µεγάλου ποιητ λέξανδρου Πούσκιν, πο τόσο πολ γαποσε τ ζωή, ταν γραφε: «Δν πάρχει ετυχία στν κόσµο». ντως, µία βαθι θλίψη διαπερν κάθε γνήσια τέχνη. Μόνο χαµηλά, στν πάτο το νθρώπινου πολιτισµο, τ πλήθη ξετρελαίνονται µ τ θόρυβο κα τς φωνές, ς ἐὰν θόρυβος κα τ θορυβώδη πάρτυ θ µποροσαν ν φέρουν τν ετυχία.

«ν ατ ζω ν, κα ζω ν τ φς τν νθρώπων, κα τ φς ν τ σκοτί φαίνει, κα σκοτία ατ ο κατέλαβεν» (ωαν. 1,4-5). Ατ πο πονοε ατ φράση εναι πς τ φς δν µπορε ν καταποθε π τν φόβο κα τ γχος, δν µπορε ν σκορπισθε π τ λύπη κα τν πελπισία. Ν µποροσαν ο νθρωποι, σ’ ατή, σ’ ατ τ µάταιη δίψα γι στιγµιαία ετυχία, ν βρισκαν µέσα τους τ δύναµη ν σταµατήσουν, ν σκεφτον, ν τενίσουν τ βάθη τς ζως! Ν µποροσαν ν κούσουν τ λόγια, τ φων πο τος καλε αώνια µέσα σ’ ατ τ βάθη. ς γνώριζαν µόνο τί εναι ληθιν ετυχία. «Τν χαρν µν οδες αρει φ’ µν» (ωαν. 16, 22). Δν εναι ατ πο νειρευόµαστε ταν τ ρολόι κτυπήσει µεσάνυκτα; Τ χαρ πο κανες δν µπορε ν φαιρέσει. Πόσο σπάνια µως φτάνουµε σ τέτοια βάθη! Πόσο τ φοβόµαστε γι κάποιο λόγο κα τ παραµερίζουµε: «χι σήµερα, λλ αριο, µεθαύριο, θ στρέψω τν προσοχ στ οσιώδη κα αώνια, µόνο, χι σήµερα. πάρχει καιρός».


καιρς µως στν πραγµατικότητα εναι τόσο λίγος. Μόνο στιγµς περνον πρν τ βέλος το χρόνου σφυρίξει πετώντας πρς τ µοιραο στόχο. Γιατί καθυστεροµε; πειδ κριβς δ, νάµεσά µας, δίπλα µας, στέκεται Κάποιος: «δο στηκα π τν θύραν κα κρούω» (ποκ. 3, 20). ν µόνο παραµερίζαµε τ φόβο µας κα Τν κοιτάζαµε, θ βλέπαµε να τέτοιο, µία τέτοια χαρά, κα µία τέτοια περίσσεια ζως, πο σίγουρα θ καταλαβαίναµε τ νόηµα ατς τς φευγαλέας κα µυστηριώδους λέξης «ετυχία».

Πηγή: Αλεξάνδρου Σμέμαν, Εορτολόγιο, Ακρίτας 2005, σσ. 71-74

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου