του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
Η Κυριακή Β΄ Νηστειών είναι αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στον μεγάλο Πατέρα και Διδάσκαλό της άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, στο πρόσωπο του οποίου βλέπει τη συνέχεια της νίκης της κατά των αιρέσεων γενικώς, συνεπώς η Κυριακή αυτή προεκτείνει την προηγουμένη της Ορθοδοξίας. Ο άγιος Γρηγόριος έτσι δεν είναι για την Εκκλησία ένας απλός άγιος, αλλά σύμβολο και όρος Ορθοδοξίας, στου οποίου τη διδασκαλία κρίνεται το ορθόδοξο από το αντορθόδοξο και αιρετικό, το γνήσιο και αληθινό από το κίβδηλο και ψεύτικο. Από την άποψη αυτή η προσέγγιση του αγίου αυτού Πατρός αποτελεί προσέγγιση στα καθαρά νάματα της ορθόδοξης πίστης και γι’ αυτό στέρεα τροφή στον σύγχρονο πνευματικά πεινασμένο άνθρωπο της εποχής μας. Δεν θα σταθούμε στη ζωή και τη διδασκαλία του αναλυτικά. Εκείνο που θα μας απασχολήσει και μάλιστα δι’ ολίγων, είναι η γνωστή προσευχή που αδιάκοπα έκραζε ο άγιος: «Φώτισόν μου, το σκότος, φώτισόν μου το σκότος, Κύριε!»
Ο άγιος Γρηγόριος προσευχόταν ο Κύριος να φωτίσει το υπάρχον σ’ αυτόν σκότος. Το σκότος που έβλεπε να υπάρχει στην ψυχή και την καρδιά του, το σκότος δηλαδή της αμαρτίας και των παθών. Αφετηριακό με άλλα λόγια σημείο της πνευματικής του ζωής ήταν η αναγνώριση της αμαρτωλότητάς του. Κι ίσως πει κανείς: άγιος αυτός και αναγνώριζε αμαρτωλότητα πάνω του; Αλλά τούτο ακριβώς συνιστά το σημάδι της αγιότητας. Ο άγιος, ως γνωστόν, δεν είναι αυτός που νιώθει αναμάρτητος – αυτό αποτελεί σύμπτωμα της πιο βαθιάς αμαρτίας και του υπάρχοντος δαιμονισμού του ανθρώπου, όπως το βλέπουμε στο πρόσωπο του κατακεκριμένου από τον ίδιο τον Κύριο Φαρισαίο της γνωστής παραβολής. Αντιθέτως: είναι εκείνος που έχει τη μεγαλύτερη συναίσθηση των αμαρτιών του, η οποία μάλιστα βαίνει αυξανόμενη, καθώς θέτει τον εαυτό του ενώπιον του Θεού, ζώντας αδιάκοπα κάτω από τις ακτίνες του ήλιου της Δικαιοσύνης Του. Όσο δηλαδή προσεγγίζει τον Θεό, τόσο και φωτίζεται στο να βλέπει και την παραμικρότερη κηλίδα της ψυχής του. Συμβαίνει κάτι παρόμοιο με ό,τι σ’ ένα κλειστό δωμάτιο: λόγω του σκότους δεν βλέπει κανείς το τι υπάρχει, ενώ όταν αρχίζει να μπαίνει σ’ αυτό λίγο φως και στη συνέχεια περισσότερο φως, βλέπει κανείς πια και το παραμικρότερο σκουπιδάκι, και την ελάχιστη βρωμιά.
Διαβάστε τη συνέχεια στο ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου