Του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δορμπαράκη
«Ο άγιος Ταράσιος δογμάτισε την προσκύνηση των σεπτών και αγίων εικόνων και δι’ αυτού η βασιλική αρχή και ρωμαϊκή εξουσία επανήλθε προς τις σεπτές παραδόσεις των αγίων Αποστόλων και των Οικουμενικών Συνόδων και η αγία Εκκλησία ενώθηκε με τα υπόλοιπα Πατριαρχεία. Έζησε ο Ταράσιος ευσεβώς και έγινε αξιοσέβαστος στους βασιλείς, ενώ ίδρυσε και ιερό μοναστήρι πέραν του στενού, όπου συνάθροισε πλήθη μοναστών. Υπήρξε πολύ ελεήμων στους πτωχούς, διακυβέρνησε καλώς την Εκκλησία επί είκοσι δύο έτη και δύο μήνες και τελειώθηκε εν ειρήνη, οπότε και κατατέθηκε το σκήνωμά του στο μοναστήρι που κτίστηκε από τον ίδιο. Ήταν σωματικά κατά πάντα όμοιος με τον Θεολόγο Γρηγόριο, εκτός από την ηλικία και την ουλή κάτω από τον οφθαλμό. Διότι δεν ήταν εντελώς μεγάλος στα χρόνια. Η σύναξή του τελείται στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».
Τρία είναι τα επίπεδα που προβάλλει η υμνολογία της εορτής του αγίου Ταρασίου: πρώτον∙ η πνευματική ασκητική του διαγωγή, διά της οποίας υπερέβη τα πάθη της σαρκός και έζησε θεωρητικό αγγελικό βίο («όλο το γεώδες των παθών της σαρκός το απέβαλες με τους κόπους της εγκρατείας, Ταράσιε, και έζησες επί γης βίο ισάγγελο»: «όλον της σαρκός σου το γεώδες απέθου εγκρατείας πόνοις, Ταράσιε, και βίον ισάγγελον επί γης διήνυσας») (ωδή η΄), δεύτερον∙ η ορθόδοξη διαποίμανση του ποιμνίου του, με το κήρυγμα των ορθοδόξων δογμάτων, κυρίως της προσκυνήσεως των αγίων εικόνων, και την καταπολέμηση των αιρέσεων («Στερέωσες, Ταράσιε, την ταραγμένη διάνοια των πιστών, στη άσειστη πέτρα της ορθοδοξίας, και τράνταξες τα θεμέλια της πλάνης και κατέβαλες τις βάσεις των αιρέσεων»: «Ίδρυσας, Ταράσιε, ορθοδοξίας εις άσειστον πέτραν την διάνοιαν, σαλευομένην, βροτών, και εδόνησας θεμέλια της πλάνης και τας των αιρέσεων βάσεις κατέβαλες») (ωδή α΄)∙ «τη βασιλεύουσα διαποίμανες ορθόδοξα, διώχνοντας μακριά τα θηρία των αιρέσεων, θεόπνευστε, και διατρανώνοντας την προσκύνηση των σεπτών εικόνων»: «την βασιλεύουσαν ορθοδόξως εποίμανας, απελάσας θήρας αιρέσεων, θεόπνευστε, την των σεπτών εικόνων τρανώσας προσκύνησιν») (κάθισμα όρθρου), τρίτον∙ η τεράστια φιλανθρωπική του δράση υπέρ των πτωχών και αναγκεμένων συνανθρώπων του, καρπός της γεμάτης έλεος και αγάπη καρδιάς του («έχοντας την προαίρεσή σου σαν ανεξάντλητο ποτάμι ελέους, ανέβλυσες τους αέναους κρουνούς της ευεργεσίας στους αναγκεμένους»: «ρείθρον την προαίρεσιν ελέους ανεξάντλητον έχων, ιεράρχα, δεομένοις, της ευποιϊας τους αενάους κρουνούς έβλυσας») (ωδή ε΄), που συνεχιζόταν και με τα διάφορα θαύματά του («σαν μέγας ήλιος φωταγείς πάντοτε το πλήρωμα της οικουμένης με τις λάμψεις των δογμάτων σου και των θαυμάτων σου»: «ώσπερ μέγας ήλιος ταις των δογμάτων και θαυμάτων λάμψεσι φωταγωγείς διαπαντός της οικουμένης το πλήρωμα») (κοντάκιον).
Τρία είναι τα επίπεδα που προβάλλει η υμνολογία της εορτής του αγίου Ταρασίου: πρώτον∙ η πνευματική ασκητική του διαγωγή, διά της οποίας υπερέβη τα πάθη της σαρκός και έζησε θεωρητικό αγγελικό βίο («όλο το γεώδες των παθών της σαρκός το απέβαλες με τους κόπους της εγκρατείας, Ταράσιε, και έζησες επί γης βίο ισάγγελο»: «όλον της σαρκός σου το γεώδες απέθου εγκρατείας πόνοις, Ταράσιε, και βίον ισάγγελον επί γης διήνυσας») (ωδή η΄), δεύτερον∙ η ορθόδοξη διαποίμανση του ποιμνίου του, με το κήρυγμα των ορθοδόξων δογμάτων, κυρίως της προσκυνήσεως των αγίων εικόνων, και την καταπολέμηση των αιρέσεων («Στερέωσες, Ταράσιε, την ταραγμένη διάνοια των πιστών, στη άσειστη πέτρα της ορθοδοξίας, και τράνταξες τα θεμέλια της πλάνης και κατέβαλες τις βάσεις των αιρέσεων»: «Ίδρυσας, Ταράσιε, ορθοδοξίας εις άσειστον πέτραν την διάνοιαν, σαλευομένην, βροτών, και εδόνησας θεμέλια της πλάνης και τας των αιρέσεων βάσεις κατέβαλες») (ωδή α΄)∙ «τη βασιλεύουσα διαποίμανες ορθόδοξα, διώχνοντας μακριά τα θηρία των αιρέσεων, θεόπνευστε, και διατρανώνοντας την προσκύνηση των σεπτών εικόνων»: «την βασιλεύουσαν ορθοδόξως εποίμανας, απελάσας θήρας αιρέσεων, θεόπνευστε, την των σεπτών εικόνων τρανώσας προσκύνησιν») (κάθισμα όρθρου), τρίτον∙ η τεράστια φιλανθρωπική του δράση υπέρ των πτωχών και αναγκεμένων συνανθρώπων του, καρπός της γεμάτης έλεος και αγάπη καρδιάς του («έχοντας την προαίρεσή σου σαν ανεξάντλητο ποτάμι ελέους, ανέβλυσες τους αέναους κρουνούς της ευεργεσίας στους αναγκεμένους»: «ρείθρον την προαίρεσιν ελέους ανεξάντλητον έχων, ιεράρχα, δεομένοις, της ευποιϊας τους αενάους κρουνούς έβλυσας») (ωδή ε΄), που συνεχιζόταν και με τα διάφορα θαύματά του («σαν μέγας ήλιος φωταγείς πάντοτε το πλήρωμα της οικουμένης με τις λάμψεις των δογμάτων σου και των θαυμάτων σου»: «ώσπερ μέγας ήλιος ταις των δογμάτων και θαυμάτων λάμψεσι φωταγωγείς διαπαντός της οικουμένης το πλήρωμα») (κοντάκιον).
Διαβάστε τη συνέχεια στο "Ακολουθείν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου