Του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δορμπαράκη
῎Εκλεισαν ἁπαλά τήν πόρτα πίσω τους. Διέσχισαν τό ἥσυχο δρομάκι κι ἔστριψαν ἀριστερά γιά τόν μεγάλο δρόμο πού ἔβγαζε στήν ᾽Εκκλησία τῆς περιοχῆς τους. Δέν ἄργησαν νά φτάσουν. ῎Αναψαν τό κεράκι τους καί ἀποσύρθηκαν σέ μιά ἥσυχη καί σκοτεινή γωνιά. Σιωπηλές προσεύχονταν. ῾Η ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου γιά τήν Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς δέν εἶχε ἀκόμη ξεκινήσει.
῎Ενιωθαν πολύ τυχερές πού σέ τόσο μικρή ἀπόσταση ἀπό τό σπίτι τους βρισκόταν ὁ ναός καί μποροῦσαν νά πηγαίνουν στίς θεῖες λειτουργίες, τίς Κυριακές καί τίς ἑορτές. Δέν ἦταν βέβαια λίγες καί οἱ φορές πού ἐπισκέπτονταν τόν ναό γιά νά προσφέρουν τρόφιμα, ροῦχα, χρήματα γιά τούς ἀναγκεμένους συνανθρώπους τους. Οἱ ἐλεημοσύνες τους ἦταν συνεχεῖς καί εἶχαν γίνει γνωστές, παρ᾽ ὅλες τίς προσπάθειες νά τίς κρατήσουν μυστικές. ῞Οσο περισσότερο μάλιστα κρύβονταν, τόσο καί πιό πολύ τίς φανέρωνε ὁ Θεός.
Τό ὑπόλοιπο διάστημα τῆς ἑβδομάδας τό περνοῦσαν στό σπίτι, πού τό ᾽χαν μετατρέψει σέ μοναστήρι. ᾽Αξημέρωτα ἀκόμη ξεκινοῦσαν τίς προσευχές μπροστά στό εἰκονοστάσι τους καί συνέχιζαν μέχρις ὅτου ὁ ἥλιος ἀνέβαινε ψηλά. Συνέχιζαν μέ τά διακονήματά τους: τό μαγείρεμα, τό καθάρισμα τοῦ σπιτιοῦ, τόν ἀργαλειό γιά τά ὑφαντά τους, πού τούς ἀπέφεραν ἀρκετά γιά τήν ἐπιβίωσή τους καί τίς προσφορές τους. ῾Ο κόπος τῆς ἐργασίας ἦταν μέσα στόν καθημερινό τους πρόγραμμα. Τό ἀπόγευμα οἱ προσευχές ἔπαιρναν καί πάλι τήν θέση τους. Τό βράδυ ἐπίσης. Οἱ ἀγρυπνίες τους πολλές. Δέν ὑπῆρχε προσευχή καί ἀκολουθία πού νά μήν τήν ἔλεγαν καί νά μήν τήν ἔψελναν.
῾Οἱ μοναχές᾽, ἔλεγε ὁ κόσμος μόλις τίς ἔβλεπε, κι ἔνιωθε ἕνα δέος κι ἕναν ξεχωριστό σεβασμό στό πέρασμά τους. Δέν ἦταν λίγες μάλιστα οἱ φορές πού γυναῖκες ταλαιπωρημένες καί κακοποιημένες ἔπαιρναν τό θάρρος νά διαβοῦν τό κατώφλι τους, γιά νά βροῦν λίγη βοήθεια καί παρηγοριά.
Διαβάστε τη συνέχεια στο ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου