+ Μητροπολίτου Αντωνίου (Μπλούμ) του
Σουρόζ
13/5/1990
Ὅταν ἡ Σαμαρείτιδα ἐπέστρεψε βιαστικά στὴν πόλη της καὶ κάλεσε ὅλους ὅσους ζοῦσαν κοντά της νὰ δοῦν τὸν Χριστό, εἶπε: «Ἐλᾶτε! ἐδῶ εἶναι ἕνας ἄνθρωπος πού μοῦ εἶπε ὅλα ὅσα ἔχω κάνει!» Καὶ τὰ πλήθη
συνέρρευσαν, κι ἄκουσαν ὅσα ὁ Χριστὸς εἶχε νὰ πεῖ.
Κάποιες φορές σκεφτόμαστε, πόσο εὔκολο ἦταν γι’ αὐτὴν τὴν γυναίκα νὰ πιστέψει καὶ πόσο εὔκολο τῆς ἦταν, μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν συγκλονιστικὴ ἐμπειρία, νὰ στραφεῖ στοὺς ἄλλους καὶ νὰ πεῖ: «Ἐλᾶτε! Ἀκοῦστε κάποιον ποὺ μιλᾶ ὅπως κανένας ἄλλος δὲν μίλησε ποτέ, κάποιον, ποὺ χωρὶς μιὰ δική μου λέξη εἶδε στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μου, στὸ σκοτάδι τῆς ζωῆς μου καὶ γνώριζε τὰ πάντα.
Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν εἶναι κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ συμβεῖ στὸν καθένα μας. Ὁ Χριστός δὲν τῆς εἶπε κάτι πολὺ ἰδιαίτερο. Τῆς εἶπε ποιὰ ἦταν· ποιὰ ἦταν ἡ ζωή της, πῶς τὴν ἔβλεπε ὁ Θεός. Ἀλλὰ αὐτὸ μπορεῖ νὰ μᾶς τὸ λέει κάθε μέρα στὴ ζωή μας, ὄχι σὰν μιὰ μυστική ἐμπειρία, ὄχι ὅπως συμβαίνει σὲ κάποιους ἁγίους, ἀλλὰ μὲ τὸν ἁπλούστερο δυνατὸ τρόπο.
Ἄν στραφοῦμε στὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ διαβάζουμε κάθε μέρα, ἤ τὸ διαβάζουμε μιὰ φορὰ γιὰ λίγο ἀλλὰ μὲ πνεῦμα ἀνοιχτὸ ποὺ δὲν τὸ ἔχουμε πάντα, πιθανὸν νὰ σκεφτοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς κρατάει μπροστά μας ἕναν καθρέφτη στὸν ὁποῖο βλέπουμε τοὺς ἑαυτούς μας ὅπως εἶναι: εἴτε μὲ μιὰ ἀγαλλίαση ἀπὸ αὐτὸ ποὺ βλέπουμε, ἤ ἀντίθετα,
συγκλονισμένοι ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι εἴμαστε τόσο διαφορετικοὶ ἀπ’ αὐτὸ ποὺ φαίνεται ἤ ποὺ φανταζόμαστε ὅτι εἴμαστε.
Ὁ Χριστὸς εἶπε στὴ Σαμαρείτιδα: Φώναξε τὸν ἄνδρα σου! Κι αὐτὴ εἶπε: «Δὲν ἔχω ἄνδρα.» Κι ὁ Χριστὸς ἀπάντησε: «Εἶπες τὴν ἀλήθεια. Εἶχες πέντε ἄνδρες κι ἐκεῖνος ποὺ ἔχεις τώρα δὲν εἶναι ἄνδρας σου περισσότερο ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄλλο.»
Κάποιοι πνευματικοὶ συγγραφεῖς ἔχουν σχολιάσει αὐτό τὸ ἐδάφιο λέγοντας ὅτι ὁ Χριστὸς ἤθελε να τῆς πεῖ: Ναί, εἶχες δεθεῖ μὲ ὅλα ὅσα οἱ πέντε αἰσθήσεις σοῦ ἔδιναν, καὶ διαπίστωσες ὅτι σὲ καμία δὲν βρῆκες ἱκανοποίηση, πληρότητα. Καὶ τώρα ὅ,τι σοῦ ἔχει ἀπομείνει εἶναι ὁ ἑαυτός σου, τὸ σῶμα, τὸ μυαλό σου καὶ αὐτό, δίχως πιὰ νὰ σὲ ἱκανοποιοῦν οἱ πέντε αἰσθήσεις σου, σοῦ δίνει αὐτήν τὴν πληρότητα χωρὶς τὴν ὁποία δὲν μπορεῖς να ζήσεις.
Δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ μᾶς λέει ὁ Χριστός στὸ Εὐαγγέλιο, ὅταν μᾶς παρουσιάζει αὐτὸ ποὺ μποροῦμε νὰ εἴμαστε, ὅταν μᾶς καλεῖ σ’ αὐτὸ τὸ μεγαλεῖο, ποὺ εἶναι τὸ δικό μας μέσα ἀπὸ τὸ Θεικὸ κάλεσμα· τὸ μεγαλεῖο ποὺ ὁ Παῦλος περιγράφει,
καλώντας μας νὰ φτάσουμε «εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» - νὰ γίνουμε ἄνθρωποι ὅπως Ἐκεῖνος, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ὅπως ὁ Χριστὸς εἶναι πραγματικὸς ἄνθρωπος πλήρης ἀπὸ τὴν σχέση Του μὲ τὸν Θεό.