Ιωήλ Φραγκάκου
Μητροπολίτου Εδέσσης
«Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυίδ»
Πολλὰ θαύματα ἔγιναν μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος, ὅταν πήγαινε πρὸς τὸ πάθος Του, εἶπε: «Ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω» (Ἰωάν. 14,13). Ἐπίσης, ὅταν ἀναλαμβανόταν στοὺς οὐρανοὺς κι ἔδιδε τὶς τελευταῖες ὑποθῆκες στοὺς μαθητές Του, πάλι τοὺς τόνισε: «Ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς...» (Μάρκ. 16,17). Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ θὰ ἔκαναν θαύματα οἱ Ἀπόστολοι. Πράγματι ἔτσι ἔγινε. Τὸν χωλὸ ποὺ καθόταν ἔξω ἀπ’ τὸ Ναό, οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Ἰωάννης τὸν θεράπευσαν ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Πράξ. 3,6). Ἂς δοῦμε μὲ ἁπλᾶ λόγια τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας.
Τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ
Σήμερα ἀκούσαμε στὸ Εὐαγγέλιο τοὺς δύο τυφλοὺς νὰ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ζητοῦν ἀπ’ Αὐτὸν νὰ τοὺς ἐλεήσει (Ματθ. 9,27). Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει πὼς δὲν πῆγαν ἁπλῶς νὰ συναντήσουν τὸ Χριστό, «ἀλλὰ μεγάλα βοῶντες καὶ οὐδὲν ἕτερον ἢ ἔλεον προβαλλόμενοι», δηλαδὴ φώναζαν πολὺ δυνατά, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ τίποτε ἄλλο δὲ ζητοῦσαν παρὰ νὰ ἐπιδείξει ἔλεος σ’ αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς. Τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλὰ θεῖο καὶ οὐράνιο. Δὲ δόθηκε στὸ Χριστὸ ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλ’ ἀπ’ τὸν οὐράνιο Πατέρα Του (Ματθ. 1,21). Εἶναι τὸ γλυκὺ μελέτημα τοῦ νοῦ, τῆς γλώσσας καὶ τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου.